ML (γλώσσα προγραμματισμού) - definitie. Wat is ML (γλώσσα προγραμματισμού)
Diclib.com
Woordenboek ChatGPT
Voer een woord of zin in in een taal naar keuze 👆
Taal:

Vertaling en analyse van woorden door kunstmatige intelligentie ChatGPT

Op deze pagina kunt u een gedetailleerde analyse krijgen van een woord of zin, geproduceerd met behulp van de beste kunstmatige intelligentietechnologie tot nu toe:

  • hoe het woord wordt gebruikt
  • gebruiksfrequentie
  • het wordt vaker gebruikt in mondelinge of schriftelijke toespraken
  • opties voor woordvertaling
  • Gebruiksvoorbeelden (meerdere zinnen met vertaling)
  • etymologie

Wat (wie) is ML (γλώσσα προγραμματισμού) - definitie


ML (γλώσσα προγραμματισμού)         
Η ML είναι μια συναρτησιακή γλώσσα προγραμματισμού γενικής χρήσης, που αναπτύχθηκε από τον Ρόμπιν Μίλνερ και άλλους στο τέλος της δεκαετίας του 1970 στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Ξεκίνησε ως μέτα-γλώσσα (εξού και το όνομα Meta-Language) για διαδραστικές αποδείξεις στο σύστημα Edinburgh LCF (τα αρχικά για "Logic for Computable Functions" - λογική για υπολογίσιμες συναρτήσεις) και εξελίχθηκε σε γενικής χρήσης γλώσσα προγραμματισμού για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της εφαρμογής.
Γλώσσα προγραμματισμού         
ΤΕΧΝΗΤΉ ΓΛΏΣΣΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΈΝΗ ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΘΟΎΝ ΕΝΤΟΛΈΣ ΣΕ ΜΙΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΉ ΜΗΧΑΝΉ
Γλώσσες προγραμματισμού; Θεωρία γλωσσών προγραμματισμού
Γλώσσα προγραμματισμού λέγεται μια τεχνητή γλώσσα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο μιας μηχανής, συνήθως ενός υπολογιστή. Οι γλώσσες προγραμματισμού (όπως άλλωστε και οι ανθρώπινες γλώσσες) ορίζονται από ένα σύνολο συντακτικών και εννοιολογικών κανόνων, που ορίζουν τη δομή και το νόημα, αντίστοιχα, των προτάσεων της γλώσσας.
Γλώσσα προγραμματισμού υψηλού επιπέδου         
Ως υψηλού επιπέδου γλώσσα προγραμματισμού (high-level programming language) ορίζεται αυτή που επιτρέπει τη μεταφερσιμότητα ενός προγράμματος από έναν υπολογιστή σε έναν άλλο. Αποτελείται από εντολές εύκολα κατανοητές στον προγραμματιστή, καθώς μοιάζουν με -περιορισμένη- φυσική γλώσσα.

Wikipedia

ML (γλώσσα προγραμματισμού)
Η ML είναι μια συναρτησιακή γλώσσα προγραμματισμού γενικής χρήσης, που αναπτύχθηκε από τον Ρόμπιν Μίλνερ και άλλους στο τέλος της δεκαετίας του 1970 στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Ξεκίνησε ως μέτα-γλώσσα (εξού και το όνομα Meta-Language) για διαδραστικές αποδείξεις στο σύστημα Edinburgh LCF (τα αρχικά για "Logic for Computable Functions" - λογική για υπολογίσιμες συναρτήσεις) και εξελίχθηκε σε γενικής χρήσης γλώσσα προγραμματισμού για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της εφαρμογής.